Η
Ελλάδα μετά το ’50. Οι άνθρωποι της δουλειάς, του μεροκάματου, του καθημερινού
αγώνα για επιβίωση, πασχίζουν να επουλώσουν
τις πληγές που άφησε πίσω του ο εμφύλιος, κάτω από το άγρυπνο μάτι του
χωροφύλακα, τα πιστοποιητικά «κοινωνικών φρονημάτων», τη σκληρή λιτότητα που τους
επιβάλουν οι κυβερνήσεις των «νικητών». Οι
οικοδόμοι «σηκώνουν» γιαπιά σε κάθε γειτονιά. Χιλιάδες εργάτες πουλάνε για ένα
κομμάτι ψωμί τη δύναμή τους για να γίνει η Αθήνα μεγαλούπολη, την ίδια ώρα που
το «κεραμίδι» για τους ίδιους και την οικογένειά τους φαντάζει κάθε άλλο παρά αυτονόητο.
«Μ’ αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός» έγραψε ο ποιητής και τραγούδησε ο
λαός. Με τσιμέντο, ιδρώτα και αίμα φτιάχνεται το χαρμάνι, για να
μπουν οι τσιμεντόλιθοι στη σειρά, να
σκεπαστούν όπως όπως μ’ ένα τσίγκο, να γίνουν τσαρδάκι να στεγάσουν ζωές,
αγάπες, καημούς και όνειρα.
Ο
«εκσυγχρονισμός» επέβαλλε το γκρέμισμα του «παλιού». Χιλιάδες κτίσματα του
προηγούμενου αιώνα, απαράμιλλης αρχιτεκτονικής αισθητικής, κατεδαφίζονται και
τη θέση τους θα πάρουν οι πολυκατοικίες. Μια νέα τάξη αρχίζει να δημιουργείται
στην Αθήνα και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα οι «εργολάβοι». Τα τεχνικά μέσα
υποτυπώδη. Κασμάς, λοστάρι και ατσαλένια μπράτσα. Σε αυτή τη δουλειά
συμμετέχουν όσοι αντέχουν, ακόμα και μικρά παιδιά.
Η
ανάπτυξη της οικοδομής κάνει την κεραμοποιία να ανθίσει. Πολλά νέα εργοστάσια
ανοίγουν. Και εδώ, η τεχνολογία αργεί ακόμα. Τα τούβλα κατασκευάζονται με τα
χέρια. Τα εργατικά χέρια.
Η
σκληρή δουλειά δεν είναι μόνο για τους άντρες. Πολλές γυναίκες δουλεύουν στα
γιαπιά. Φτιάχνουν τη λάσπη με τα χέρια, κουβαλάνε τενεκέ, χτίζουν. Κερδίζουν
με τον ιδρώτα τους το μεροκάματο, τη ζωή
τους, διεκδικούν την ισότιμη θέση που αξίζουν στην κοινωνία, έχουν συμμετοχή
στις καταχτήσεις του κλάδου.
Οι
πιάτσες των οικοδόμων σφύζουν από ζωή. Η εύρεση μεροκάματου ανεβάζει τη
διάθεση. Τα πειράγματα δε λείπουν. Το τσουκάλι στο σπίτι θα γεμίσει και σήμερα.
«Η δουλειά κάνει τους άντρες, το γιαπί, το πηλοφόρι, το μυστρί». Οι μπετονιέρες
δεν έχουν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους. Τα χαρμάνια «σπάνε» με τα χέρια, με το
φτυάρι. Για να γεμίσει η πλάκα μπετό θέλει γερά μπράτσα, μέση, γερά πόδια. Ο
τενεκές δεν είναι εύκολο πράμα. Αυτοί που τον κουβάλησαν ξέρουν…
Ανάπαυλα.
Το κολατσιό. Μια μπουκιά ψωμί και ένα
τσιγάρο. Πριν προλάβει να στεγνώσει ο ιδρώτας ο καθένας στο πόστο του. «Για το μεροδούλι, για τη φαμελιά»…
Τα μέτρα ασφάλειας στο γιαπί, ανύπαρκτα. Ο ιδρώτας δεν είναι
αρκετός για τον βωμό του κέρδους των εργολάβων. Χρειάζεται αίμα. Χιλιάδες τα
εργατικά ατυχήματα, αμέτρητοι επίσημα οι νεκροί οικοδόμοι, χιλιάδες οι βαριά
τραυματισμένοι, οι σακατεμένοι, οι ανάπηροι. Το επίσημο κράτος δεν έχει χρόνο
να ασχοληθεί. Ο εργάτης δεν χωράει στις προτεραιότητές του. Οι έλεγχοι στα
γιαπιά ανύπαρκτοι, σε αντίθεση με την προπαγάνδα των –ομολογουμένως-
καλαίσθητων αφισών του ΙΚΑ…
Ο
αγώνας των εργατών δεν σταματάει στο γιαπί. Ο κλάδος οργανώνεται, τα ταξικά
οικοδομικά σωματεία πρωτοστατούν στην
οργάνωση των οικοδόμων, στη διεκδίκηση των αιτημάτων για καλύτερες συνθήκες
δουλειάς, δικαιώματα, για καλύτερη ζωή. «Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή…»
ΥΓ.
Οι φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο του «πατριάρχη»
του φωτορεπορτάζ Κωνσταντίνου Μεγαλοκονόμου. Περιέχονται στο λεύκωμα «Η άλλη Ελλάδα
1950-1965». Τις δανειστήκαμε από το ιστολόγιο Ο Εχθρός του Λαού.
Καθαρά
Δευτέρα 3 Μάρτη 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου